Εμπορικά σήματα και διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Εργαλείο χρηματοδότησης για τις μικρομεσαίες και νεοφυείς επιχειρήσεις
Οι νεοσύστατες μικρομεσαίες επιχειρήσεις καινοτομίας (start-ups), συχνά χαρακτηριζόμενες ως η «ραχοκοκαλιά» της ευρωπαϊκής οικονομίας, φαίνεται να αποτελούν κινητήρια δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης, καθώς διαθέτουν ισχυρή δυναμική για την αντιμετώπιση των βασικών ευρωπαϊκών προκλήσεων όπως οι ανάγκες της ψηφιοποίησης, βιωσιμότητας και ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας μέσω της καινοτομίας και της αξιοποίησης νέων τεχνολογιών.
Στη μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, σύμφωνα με την έρευνα που διενήργησαν από κοινού το Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας ("EPO") και το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ("EUIPO"), εξετάζεται σε κλίμακα δεκαετίας, το κατά πόσο η κατοχύρωση δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, μέσω των εμπορικών σημάτων και των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, μπορεί να επηρεάσει το ρυθμό ενίσχυσης της χρηματοδότησης που λαμβάνουν οι μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις από ιδιωτικά κεφάλαια, ώστε τελικά, να καθίστανται στόχοι συγχωνεύσεων και εξαγορών αλλά και επενδύσεων σε εισηγμένες αγορές.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας φαίνεται να δίνουν ικανοποιητικές λύσεις στο ζήτημα, λειτουργώντας, ως αυτοτελή χρηματοδοτικά εργαλεία για τις επιχειρήσεις. Δίνοντας τη δυνατότητα στους τεχνικούς εφευρέτες και τους δημιουργούς καινοτόμων brands να προστατεύουν μέσω αυτών τις εφευρέσεις και τις δημιουργίες τους, συμβάλλουν καθοριστικά στην απαραίτητη πρόσβαση των επιχειρήσεων καινοτομίας σε χρηματοδότηση από ιδιωτικά κεφάλαια, ώστε αργότερα να κερδίσουν τις ανταμοιβές τους μέσω μιας επιτυχημένης διεξόδου στις αγορές.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα ευρήματα, κατά μέσο όρο, οι νεοφυείς επιχειρήσεις που έχουν συγκεντρώσει τόσο εμπορικά σήματα όσο και διπλώματα ευρεσιτεχνίας κατά το στάδιο της ίδρυσης ή της πρώιμης λειτουργίας τους έχουν περισσότερες από 10 φορές περισσότερες πιθανότητες να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση από τρίτους στο μέλλον.
οι καταθέσεις διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας αποτελούν αποτελεσματικούς δείκτες των τεχνικών ικανοτήτων των επιχειρήσεων και των εργαζομένων τους. Παράλληλα μπορούν να βοηθήσουν τις νεοσύστατες επιχειρήσεις στο να συνάψουν κοινές ερευνητικές συμβάσεις με μεγαλύτερες επιχειρήσεις, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο σημαντική επιτάχυνση στη διενεργούμενη από αυτές έρευνα και αυξάνοντας παράλληλα τους ρυθμούς ανάπτυξής τους.
Οι καταθέσεις εμπορικών σημάτων, από την άλλη, αποδεικνύουν ότι οι νεοσύστατες επιχειρήσεις γνωρίζουν τη σημασία της προστασίας του marketing στοχεύοντας παράλληλα στην εξωστρέφεια του δημιουργούμενου brand τόσο σε εθνικό όσο και σε ενωσιακό επίπεδο.
Σε κάθε περίπτωση, ξεχωριστή σημασία έχει το γεγονός ότι τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα εμπορικά σήματα, ως άυλα αγαθά, θα επιβιώσουν ως αυτοτελή περιουσιακά στοιχεία σε περίπτωση πτώχευσης, παρέχοντας με αυτόν τον τρόπο την απαραίτητη ασφάλεια τόσο στους επενδυτές όσο και στους δανειστές της επιχείρησης. Συνακόλουθα, η παραχώρηση μέσω αδειών εκμετάλλευσης των εν λόγω δικαιωμάτων σε τρίτους, μπορεί να λειτουργήσει αυτόνομα ως επιπλέον πηγή χρηματοδότησης των επιχειρήσεων αποφέροντάς τους πρόσθετο εισόδημα.
Τέλος, στην πράξη αποδεικνύεται ότι, τα άυλα περιουσιακά στοιχεία των νεοσύστατων επιχειρήσεων συνήθως υπερτερούν κατά πολύ της φυσικής τους περιουσίας και συνεπώς η έγκαιρη επένδυση στη διασφάλιση επίσημα καταχωρισμένων δικαιωμάτων μπορεί να αποτελέσει αποτελεσματικό δείγμα εμπιστοσύνης προς τους δυνητικούς επενδυτές για την, κατά τα άλλα, μη «ορατή» αξία μιας νεοσύστατης επιχείρησης.
Στο πλαίσιο αυτό, τα συμπεράσματα της έρευνας οδηγούν για άλλη μία φορά στην κρατούσα σύγχρονη αντίληψη ότι η ανάπτυξη κατάλληλης «στρατηγικής» διαχείρισης των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας αποτελεί ιδιαίτερη πρόκληση πρωτίστως για μικρότερες επιχειρήσεις και κυρίως για όσες επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους πέραν της εγχώριας αγοράς τους.
Για το 2023 και σύμφωνα με τις οικονομικές εκτιμήσεις για τα αμέσως επόμενα έτη, φαίνεται ότι οι μειωμένες δαπάνες επιχειρηματικών κεφαλαίων και οι ασθενέστερες προβλέψεις ανάπτυξης, θέτουν τέλος σε μια εποχή «εύκολης πρόσβασης σε επιχειρηματικά κεφάλαια». Μέσα στο πλαίσιο αυτό, η μελέτη οδηγεί ασφαλώς στο συμπέρασμα ότι "τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας αξίζουν μεγάλη προσοχή ως μέσο όχι μόνο για την αξιοποίηση της δυναμικής αξίας των πνευματικών περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων αλλά και για την ένδειξη αυτής της αξίας στους επενδυτές".
Σε κάθε περίπτωση για την ορθή καθοδήγηση και επίτευξη των ανωτέρω αναγκαία κρίνεται η συμβολή από νομικό σύμβουλο της επιχείρησης καθώς ο ίδιος με τις γνώσεις του θα έχει φροντίσει να επισημάνει ήδη από πριν τις «περιοχές κινδύνου» ενός «υπό καταχώριση» δικαιώματος, με συνέπεια τόσο την προληπτική προστασία και την αντιμετώπιση πιθανών «αντιδράσεων» από τρίτους.
Eleni Grigoriou
Εmail: elengreg.eg@gmail.com