Επανεκκίνηση του διαλόγου για την άρση του ρωσικού εμπάργκο ζητούν Τάσος Μπαρτζώκας και ευρωβουλευτές της Ν.Δ.
Το θέμα του ρωσικού εμπάργκο αναδεικνύει για πρώτη φορά, μετά από πολλά χρόνια ο Τάσος Μπαρτζώκας, καλώντας τους ευρωβουλευτές της Νέας Δημοκρατίας να ανοίξουν εκ νέου τον πολιτικό διάλογο με τους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς.
Στην επιστολή που απέστειλε, ο βουλευτής εκθέτει την υφιστάμενη κατάσταση, η οποία, υπό το πρίσμα της παρατεταμένης χρονικής διάρκειας των αντιμέτρων της Ρωσίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει εξαντλήσει οικονομικά τους αγροτικούς παραγωγούς.
Όπως τονίζει ο Τάσος Μπαρτζώκας, η απώλεια τζίρου στα νωπά φρούτα, προσεγγίζει το μισό δις ευρώ, επισημαίνοντας την ίδια στιγμή τη δυσανάλογη δυσμενή επίδραση που έχουν δεχτεί στο εισόδημα τους οι αγρότες της Μακεδονίας, καθώς οι εναλλακτικές υπερατλαντικές και ευρωπαϊκές αγορές δεν αντισταθμίζουν τις απώλειες.
Την ίδια στιγμή, ο βουλευτής εκθέτει και την άλλη όψη της επίδρασης του εμπάργκο, η οποία εστιάζει στη «νοθεία» του ανταγωνισμού εκ μέρους της Τουρκίας, η οποία εισάγει ελληνικά προϊόντα μέσω «γκρίζων διαδρομών» και τα επαναπροωθεί στη Ρωσία, βαφτίζοντας τα τουρκικής προέλευσης.
Καταλήγοντας, ζητάει από τους ευρωβουλευτές, υπό το πρίσμα των αρμοδιοτήτων τους και της πολιτικής τους επιρροής, να συστρατευθούν μαζί του για τη δημιουργία ενός κοινού μετώπου, το οποίο έχει τελικό στόχο την άρση του εμπάργκο και την απελευθέρωση μιας μεγάλης αγοράς για τους παραγωγούς-καλλιεργητές.
Ο Τάσος Μπαρτζώκας, με δεδομένο ότι η τα αντίμετρα της Ρωσίας προς την Ε.Ε θα είναι σε ισχύ μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2021 και θα επανεξεταστούν εν συνεχεία, συνεπώς προσφέρεται γόνιμο έδαφος για πολιτικές εξελίξεις, έχει δρομολογήσει πλήθος ενεργειών και επαφών, αποβλέποντας σε απτά αποτελέσματα για τον αγροτικό κόσμο της Ημαθίας και της Ελλάδας συνολικά.
Η επιστολή του Τάσου Μπαρτζώκα
Αξιότιμοι Συνάδελφοι και Φίλοι
Με την παρούσα επιστολή επιθυμώ να θίξω το ζήτημα των αντιμέτρων της Ρωσικής Ομοσπονδίας στα ευρωπαϊκά προϊόντα, ευρύτερα γνωστού ως «ρωσικού εμπάργκο», απόρροια της μη συμμόρφωσης της με τη συμφωνία του Μινσκ και κατόπιν της παράνομης προσάρτησης της Κριμαίας.
Όπως γνωρίζετε ο αποκλεισμός των ευρωπαϊκών προϊόντων από την ρωσική αγορά έχει πλήξει δυσανάλογα την Ελλάδα και ιδίως, τους νομούς της Μακεδονίας, μεταξύ αυτών και την εκλογική περιφέρεια και τόπο καταγωγής μου, την Ημαθία.
Η απώλεια διάθεσης των εξαιρετικών τοπικών προϊόντων του νομού μου, αλλά και των λοιπών ελληνικών προϊόντων στη ρωσική αγορά, με επίκεντρο τα νωπά φρούτα, η οποία και θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος του 2021, σύμφωνα με τα εξαγγελθέντα από τον Πρόεδρο Β. Πούτιν, έχει περιορίσει σημαντικά τη δυναμική ενός κατεξοχήν εξαγωγικού προορισμού. Με πρόχειρους υπολογισμούς, εκτιμάται ότι έως το τέλος του 2021 προκύπτει απώλεια που ανέρχεται σε περίπου 400 εκ. ευρώ, με το 41,5 % αυτής της απώλειας να καταγράφεται στα αγροτικά προϊόντα.
Όπως αντιλαμβάνεστε, πέραν των σημαντικών ζημιών που καταγράφονται από την εκ των πραγμάτων απώλεια μιας σημαντικής αγοράς, η διαμορφωθείσα κατάσταση έχει οδηγήσει τους αγροτικούς παραγωγούς σε μεγάλο αδιέξοδο. Αφενός, προκύπτει μεγάλος όγκος αδιάθετων ποσοτήτων νωπών φρούτων, η οποία δεν μπορεί να απορροφηθεί εξ ολοκλήρου από τις εξαγωγές στην Ευρώπη και στις υπερατλαντικές αγορές.
Παράλληλα όμως, υφίσταται και η νοθεία του ανταγωνισμού από χώρες όπως η Τουρκία, η οποία έσπευσε να καλύψει τα κενά, εισάγοντας μέσω «γκρίζων διαδρομών» ποσότητες ελληνικών φρούτων, τα οποία εξάγει εκ των υστέρων στη Ρωσία, ονομάζοντας τα, εξυπακούεται, ως τουρκικής προέλευσης.
Με δεδομένο ότι η ως άνωθεν κατάσταση, απότοκος των πολιτικών εξελίξεων, επιδρά αναπόδραστα στο διαθέσιμο εισόδημα των αγροτικών παραγωγών, το οποίο και λόγω της πανδημίας του κορονοϊού έχει πληγεί έτι περαιτέρω, σας θέτω το πολύπλευρο αυτό ζήτημα, η διάρκεια του οποίου προβληματίζει ιδιαίτερα τους συντοπίτες μου και συνολικά τους Έλληνες παραγωγούς.
Επιπρόσθετα, θέτοντας με εκ των προτέρων στη διάθεσή σας, σας καλώ να διερευνήσετε το περιθώριο των πολιτικών σας πρωτοβουλιών και το εύρος των αρμοδιοτήτων σας ως Ευρωβουλευτές, προκειμένου να συνεχιστεί ο πολιτικός διάλογος με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους λοιπούς ευρωπαϊκούς θεσμούς έτσι ώστε να επανεξεταστεί το ζήτημα του εμπάργκο της Ρωσίας.