Παναγιώτης Λαδακάκος*: Να υιοθετηθούν ως έργα υπέρτατου δημοσίου συμφέροντος οι ΑΠΕ
Το 2022 ήταν ένα έτος αφύπνισης για την παγκόσμια ενεργειακή κοινότητα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία σήμανε το τέλος των ψευδαισθήσεων και μας δίδαξε ότι η ενεργειακή πολιτική είναι (και) πολιτική ασφάλειας. Ένα ενεργειακό σύστημα που στηρίζεται σε εγχώριες, ανανεώσιμες πηγές ειδικά όταν αυτές προσφέρουν προσιτές στον καταναλωτή τιμές, ενισχύει την ασφάλειά μας και μειώνει τον κίνδυνο να χρησιμοποιηθεί η ενέργεια ως γεωπολιτικό όπλο. Μας δίνει ελευθερία από αναξιόπιστους προμηθευτές. Και πάνω από όλα, μας προστατεύει από τον χειρότερο κίνδυνο όλων, αυτόν της κλιματικής αλλαγής.
Σε παγκόσμιο επίπεδο οι στόχοι για την εγκατάσταση νέων αιολικών πάρκων αυξάνονται. Ενδεικτικά η Ευρώπη, με το REPowerEU θέλει να αυξήσει την εγκατεστημένη αιολική ισχύ από 190 GW σε τουλάχιστον 480 GW έως το 2030. Δυστυχώς όμως για την χώρα μας, αν και δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί η ετήσια στατιστική της ΕΛΕΤΑΕΝ, όλα δείχνουν ότι οι νέες αιολικές εγκαταστάσεις κατά το τρέχον έτος ήταν ισχνές, πολύ κάτω από τις προσδοκίες.
Η επιβράδυνση της ανάπτυξης οφείλεται μεταξύ άλλων, στην αυξημένη γραφειοκρατία και τα διοικητικά εμπόδια που καθυστερούν τις επενδύσεις.
Η φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται πλέον στην χώρα μας προέρχεται από έργα Α.Π.Ε. που έχουν επιλεγεί μέσω των διαγωνισμών της ΡΑΕ. Πρόκειται για τιμές 6-8 φορές πιο φθηνές από το τρέχον κόστος μιας μονάδας φυσικού αερίου. Και όμως, από τα 1.426MW αιολικών πάρκων που είχαν επιλεγεί κατά την περίοδο 2018-2021, μόλις τα 312MW, δηλ. το 22%, είχαν κατορθώσει να λειτουργούν μέχρι το πρώτο μισό του 2022. Η συντριπτική πλειοψηφία των άλλων, βρέθηκε εγκλωβισμένη στον λαβύρινθο της γραφειοκρατίας ή/και στο λαϊκισμό ανεύθυνων τοπικών παραγόντων.
Οι καθυστερήσεις αυτές όμως δεν είναι χωρίς συνέπειες εφόσον κατά το ενδιάμεσο διάστημα βιώσαμε, λόγω πληθωρισμού, σημαντικές αυξήσεις στο επενδυτικό κόστος ενώ πλέον παρατηρούνται αυξητικά φαινόμενα και στο χρηματοδοτικό κόστος. Τα έργα αυτά, εάν ολοκληρωθούν έγκαιρα, θα προσφέρουν μια ακόμα ανακούφιση τόσο στους Έλληνες καταναλωτές που μαστίζονται από την ενεργειακή κρίση των ορυκτών καυσίμων όσο και στα δημόσια οικονομικά που παλεύουν να βρουν τρόπους να επιδοτήσουν τους καταναλωτές. Άλλες χώρες όπως η Γαλλία και η Πορτογαλία, αντιμετώπισαν έγκαιρα το πρόβλημα αναλαμβάνοντας γρήγορα θεσμικές πρωτοβουλίες. Το ίδιο πρέπει να πράξουμε και εδώ, πριν να είναι αργά.
Όλες αυτές οι καθυστερήσεις έκαναν εμφανή έναν ακόμα μεγάλο κίνδυνο: Αυτόν της μη ισόρροπης ανάπτυξης του μίγματος μεταξύ των διαφόρων τεχνολογιών Α.Π.Ε. Η τεράστια ασυμμετρία στους χρόνους και τα εμπόδια ανάπτυξης των αιολικών σε σχέση με τις άλλες τεχνολογίες, αν δεν αντιμετωπιστούν άμεσα, θα οδηγήσουν σε «μονοκαλλιέργεια» μιας τεχνολογίας με όλα τα προβλήματα που ανέδειξε η πρόσφατη μελέτη του Ε.Μ.Π. και της ΕΛΕΤΑΕΝ. Προβλήματα που δεν σχετίζονται μόνο με την ορθολογική ανάπτυξη του Συστήματος αλλά και με την ίδια την βιωσιμότητα των επενδύσεων, πρωταρχικά μάλιστα των φωτοβολταϊκών.
Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που πήρε το καλοκαίρι η πολιτεία για την απλοποίηση των διαδικασιών, κινδυνεύουν να αποδειχτούν πολύ λίγες και πολύ καθυστερημένες, ειδικά εάν υπονομευτούν από άλλες πρωτοβουλίες όπως οι Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες, τα «απάτητα βουνά» κλπ. Τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προωθεί κατεπειγόντως έναν Κανονισμό έκτακτης ανάγκης για την επιτάχυνση των Α.Π.Ε., στην Ελλάδα ένα εργαλείο απαραίτητο για την προστασία του περιβάλλοντος, οι Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες, κινδυνεύει να μετατραπεί σε εργαλείο υπονόμευσης της πράσινης ενεργειακής μετάβασης. Αντί να προκρίνεται η συγκεκριμένη και αυστηρή εξέταση κάθε αίτησης για ένα νέο έργο Α.Π.Ε., επιδιώκεται τα έργα να απορρίπτονται χωρίς εξέτασή τους και να απαγορευθεί ακόμα και η υποβολή αίτησης και η προσκόμιση πραγματικών δεδομένων για τις συγκεκριμένες επιπτώσεις τους στο περιβάλλον. Τέτοια στοιχεία είναι απαραίτητα για τη λήψη ορθής απόφασης για κάθε έργο, ειδικά αν αυτό αποσκοπεί τελικά στην προστασία του περιβάλλοντος. Η απόφαση αυτή, είτε θετική είτε αρνητική, πρέπει να λαμβάνεται σε εύλογο χρόνο που κατά την Ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν πρέπει να ξεπερνά συνολικά τα 2 έτη.
Το 2022 ήταν το έτος που επιτέλους ψηφίστηκε ο νόμος πλαίσιο για τα θαλάσσια αιολικά πάρκα στην χώρα μας. Μπορεί να ασκήσει κανείς κριτική σε διάφορες προβλέψεις του, ειδικά αν ληφθεί υπόψη το μακρύ χρονικό διάστημα που ετοιμαζόταν καθώς και οι κατά καιρούς δηλώσεις της πολιτικής ηγεσίας που έχουν καλλιεργήσει μεγάλες προσδοκίες και έχουν ελκύσει την προσοχή της εγχώριας και παγκόσμιας επενδυτικής κοινότητας. Το σημαντικό τώρα είναι να εφαρμοσθεί ο νέος νόμος γρήγορα και αποτελεσματικά στην πράξη, ώστε να υπάρξει η δυνατότητα αξιοποίησης του τεράστιου αιολικού δυναμικού των θαλασσών μας. Όμως, υπό το πρίσμα όμως των προαναφερόμενων προβλημάτων, πόσο ρεαλιστική μπορεί να είναι η στόχευση για (τουλάχιστον) 2GW θαλάσσιων αιολικών πάρκων εν λειτουργία μέχρι το 2030;
Το νέο έτος βρίσκει λοιπόν την αιολική ενέργεια σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Ενόψει της θεσμοθέτησης σημαντικών εκκρεμοτήτων όπως το επικαιροποιημένο Ειδικό Χωροταξικό, το νέο ΕΣΕΚ, οι ΕΠΜ, η επικαιροποίηση της μεθοδολογίας διανομής του ηλεκτρικού χώρου κλπ, η Πολιτεία οφείλει να δείξει στην πράξη ότι έχει αναγνωρίσει το όφελος που προσφέρουν τα αιολικά πάρκα στους καταναλωτές, στην εθνική οικονομία και στο περιβάλλον ανακηρύσσοντάς τα ως έργα υπέρτατου δημοσίου συμφέροντος και υποστηρίζοντας ουσιαστικά την ανάπτυξη αιολικών επενδύσεων.
* Ο κ. Παναγιώτης Λαδακάκος είναι Πρόεδρος της ΕΛΕΤΑΕΝ
Το άρθρο περιλαμβάνεται στο αφιέρωμα του energypress για τις προκλήσεις, τους φόβους και τις προσδοκίες στον ενεργειακό τομέα το 2023.