Οι Ορειβάτες Βέροιας στη Μονή Προδρόμου στο Πολυδένδρι
Η μαγεία βρίσκεται παντού στη φύση, σε κάθε μας βήμα… σε κάθε μας διαδρομή…!
Το βουνό ξυπνά μέσα μας ένα ακατέργαστο πρωτόγονο πάθος.
Πάθος για ζωή, για δράση, για περιπέτεια. Είναι ψέμα πως στο βουνό αισθάνεσαι μικρός.
Μικρός αισθάνεσαι στην πόλη, χαμένος ανάμεσα σε χιλιάδες ανόητα μικροπροβλήματα.
Ξημερώνει… ξημέρωσε όταν φύγαμε από την πόλη της Βέροιας, με τα χρώματα της ανατολής να φαίνονται στον ορίζοντα.
Περάσαμε τη γέφυρα και τη λίμνη του Αλιάκμονα. Ο Αλιάκμονας ποτάμι πανάρχαιο, μυθικό, που σύμφωνα με τη μυθολογία σχηματίσθηκε την περίοδο των γεωλογικών ανακατατάξεων.
Την εποχή που στη Θεσσαλία βασιλιάς ήταν ο Δευκαλίων (γιος του Προμηθέα) ο Δίας αποφάσισε να καταστρέψει όλο το χάλκινο γένος των ανθρώπων από τους διεφθαρμένους. Από τον κατακλυσμό επέζησαν μόνο ο Δευκαλίων και η σύζυγος του Πύρρα.
Ο Αλιάκμονας αρχίζει το μακρύ ταξίδι του (297 χλμ.) από την οροσειρά του Γράμμου. Οι Τούρκοι τον έλεγαν Ιντζί - καρά (ψηλός και μαύρος) και οι Σλάβοι Μπίστριτσα – γοργοπόταμος.
Ο ασφαλτόδρομος στριφογυρίζει δίπλα από το φράγμα του ποταμού και τα βαθιά φαράγγια. Τώρα ανηφορίζουμε στις βελανιδοσκέπαστες πλαγιές, φθάσαμε στη Μονή Προδρόμου.
Η μονή χτίσθηκε το 1326 στη θέση όπου βρισκόταν ένα παλιότερο, εξαφανισμένο σήμερα μοναστήρι του 9ου αιώνα, η μονή Λαζάρου.
Με τα χρόνια η μονή εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα μοναστικά κέντρα της Μακεδονίας.
Στη μονή μόνασαν κατά καιρούς σπουδαίες προσωπικότητες του ορθόδοξου μοναχισμού όπως ο κορυφαίος λόγιος Θεολόγος και υπέρμαχος του κινήματος των Ησυχαστών Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς.
Ο πολιούχος της Βέροιας Άγιος Αντώνιος ο Νέος, ασκήτεψε κοντά στη μονή σε μια σκήτη και ο Άγιος Διονύσιος του εν Ολύμπου το 1523 ο οποίος αναδιοργάνωσε τη μονή.
Σήμερα ζουν λίγοι μοναχοί, οι οποίοι διατηρούν τον ιστορικό χώρο απλά πανέμορφο με πεντακάθαρες αυλές γεμάτες, πολύχρωμα λουλούδια και βασιλικούς.
Αφήσαμε τη μονή Προδρόμου στα δεξιά μας και πήραμε το δασικό μονοπάτι, ανηφορικό, φθάσαμε λίγο πιο πάνω σε ένα ξέφωτο που είναι χώρος αναψυχής το καλοκαίρι.
Το περιβάλλον πράσινο και φιλόξενο. Ανεβαίνουμε, μόλις περάσαμε το ρέμα -χωρίς απώλειες- και ανηφορίζουμε σε μονοπάτι υγρό και καταπράσινο.
Ένας βουνίσιος αέρας μας καλωσορίζει. Βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή της διαδρομής.
Τώρα μονοπάτι χαμένο σε πυκνό δάσος από γαύρους και άλλα θαμνώδη.
Μπήκαμε στο δάσος ορειβατούμε για τριάντα λεπτά της ώρας μέσα από ένα πανέμορφο τοπίο, εμείς φίλοι ορειβάτες και εραστές της περιπέτειας, λάτρεις του βουνού και της φύσης.
Το περίγραμμα των καταπράσινων λόφων και βουνοπλαγιών διαγράφεται τριγύρω καθώς η μέρα προχωρά και ένα γλυκό φως αναδύεται από την πλευρά της ανατολής.
Ακολουθώ τα βήματα των προπορευόμενων… Η σιλουέτα τους διαγράφεται μυστηριακή, απόμακρη, φορτωμένοι με τα σακίδια τους.
Μου χαμογελούν.
Το χαμόγελο τους είναι πραγματικά ζεστό, άμεσο. Κουράστηκα να βλέπω πια αυτό το υποκριτικό χαμόγελο της καθημερινής συναλλαγής.
Γυρεύουμε την περιπέτεια.
Προσπαθούμε να αποδράσουμε από τον καναπέ και τις καφετέριες. Θέλουμε να ζήσουμε και κάθε φορά κάτι το διαφορετικό.
Τριγύρω η περιοχή ένα απέραντο καταπράσινο λιβάδι από λόφους και υψώματα.
Αφήσαμε πίσω μας το δάσος, βγήκαμε σε ξέφωτο, αναμφίβολα το γραφικότερο κομμάτι της διαδρομής.
Από εδώ αντικρίζουμε τα βαθυπράσινα βάθη των φαραγγιών και τα νερά του φράγματος του ποταμού Αλιάκμονα. Ο δασικός δρόμος μακρύς και στο έλεος του ρομαντικού ήλιου, τριγύρω χωράφια χέρσα, περάσαμε και δεύτερο ρέμα χαμένο στην κυριολεξία σε δάσος με πανύψηλα δένδρα.
Το δάσος ιδιαίτερα εντυπωσιακό μας υποδέχεται στην απόλυτη σιωπή του.
Αρχέγονο, απείραχτο, ονειρικό, άλλοτε απόμακρο άλλοτε νοσταλγικό μας καλωσορίζει.
Βρισκόμαστε στα Πιέρια όρη. Τα μυθικά Πιέρια απλώνονται βορειοδυτικά του Ολύμπου. Εδώ κατοικούσαν οι πιερίδες νύμφες. Θυγατέρες του Πιέρου και της Ευίππης.
Πλούσια η χλωρίδα στην περιοχή με τα πανέμορφα δάση της και τα σπάνια αγριολούλουδα της. Ζαρκάδια, αλεπούδες, αγριογούρουνα, κουνάβια, λαγοί, σκίουροι, μικρά πουλιά πέρδικες και ορτύκια.
Συνεχίζουμε, τώρα δασικός δρόμος, τώρα μονοπάτι ανηφορικό με τις πέτρες να δυσκολεύουν την πορεία μας, περάσαμε και το τελευταίο δύσκολο σημείο, στα δεξιά μας πυκνό δάσος πεύκων… φάνηκαν τα πρώτα σπίτια του χωριού.
Ανηφορίζουμε με μόνη συνοδεία τους ήχους του βουνού. Μια αίσθηση ειρήνης πλανάται γύρω μας. Τα δένδρα ξεπροβάλλουν σαν ξωτικά παραμυθιού. Νιώθουμε δέος και θαυμασμό για όλη αυτή την ομορφιά. Απολαμβάνουμε την ερημιά και την ησυχία του δάσους. Τριγύρω εικόνες ποτισμένες με μια γεύση ρομαντισμού και αθωότητας. Πλησιάζουμε στο Πολυδένδρι.
Το χωριό μάς υποδέχεται σε υψόμετρο 700 μέτρων ήσυχο και λαμπερό σε ένα πανέμορφο τοπίο, με πεντακάθαρο βουνίσιο αέρα και κρυστάλλινα νερά.
Το Πολυδένδρι μέχρι το 1926 ονομαζόταν ‘Κόκοβα’. Οι πρώτοι κάτοικοι και ιδρυτές του χωριού ήταν γηγενείς καθαρόαιμοι Έλληνες Μακεδόνες. Πολύ φιλόξενοι και πατριώτες. Υπήρξε κέντρο των Πιερίων από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας μέχρι και τις αρχές του 1960.
Η Κόκοβα γίνεται γνωστή από τα κιτάπια του ιεροδικείου της Βέροιας λόγω των καπεταναίων που δρούσαν στην περιοχή την περίοδο της Τουρκοκρατίας, με γνωστότερο τον καπετάν Συρόπουλο.
Ακόμα και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός λένε, σημάδεψε το σημείο του σταυρού που σώζεται μέχρι και σήμερα στη γέρικη βελανιδιά μπροστά στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Ο ναός είναι αφιερωμένος στον Μέγα Άγιο Αθανάσιο – πατριάρχης Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου – για 46 ολόκληρα χρόνια. Γεννήθηκε το 297 μ. Χ. και πέθανε το 373μ. Χ. στην Αίγυπτο. Η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο στις 18 Ιανουαρίου.
Συνεχίζουμε για την κορυφή Γκόλνα και το ξύλινο πυροφυλάκιο.
Αφήνουμε το χωριό η φωνή του παπά στη λειτουργία της ημέρας αντηχεί ακόμη και πήραμε την ανηφόρα. Βγήκαμε σε ξέφωτο, τώρα ορειβατούμε σε δασικό δρόμο. Με μόνη συντροφιά τον θόρυβο των ξαφνιασμένων πουλιών και το ρέμα στα δεξιά μας συνεχίζουμε την ανάβαση.
Μπήκαμε σε πυκνό πανέμορφο δάσος με πανύψηλες οξιές από εδώ και τώρα πλέον αρχίζει το ταξίδι στο όνειρο.
Ορειβατούμε σε ανηφορικό μονοπάτι χαμένο κάτω από λυγερόκορμες οξιές τυλιγμένες στη μελαγχολία του χειμώνα. Η φύση τριγύρω πλημμυρισμένη από χειμερινές μυρωδιές, τα βήματα μας βουλιάζουν σε βαθύ στρώμα πεσμένων φύλλων. Βουλιάζουν και ανασύρονται ξανά και πάλι πιο πέρα σε απόσταση ενός βήματος.
Χάνομαι για λίγο στα ονειροπολήματα μου.
Μια αίσθηση ειρήνης πλανάται γύρω μας, τα δένδρα ξεπροβάλλουν τεράστια και μας τυλίγουν.
Απολαμβάνουμε την ερημιά και την ησυχία του δάσους, Νιώθεις δέος και θαυμασμό για όλη αυτή την ομορφιά. Όλα γύρω μας σιωπηλά δέχονται το πεπρωμένο τους, παιδιά της ίδιας μάνας γης μόνοι εμείς, τα ζώα, τα πουλιά, τα δένδρα… να είμαστε αθόρυβοι και προσεκτικοί σήμερα.
Μετά από μια ήπια ανάβαση ανάμεσα σε πυκνά δάση οξιάς φθάσαμε σε ξέφωτο στη θέση Γκόλνα (που σημαίνει ύψωμα βουνού) σε υψόμετρο 1.215 μέτρων.
Επιστροφή…. Tώρα ψιχαλίζει αθόρυβα.
Ήταν μια θαυμάσια πορεία 6 ωρών.
Πήραμε τον δρόμο της επιστροφής, άλλη μια μέρα ορειβασίας κοντά στη φύση τελείωσε με επιτυχία!
Για τους Ορειβάτες Βέροιας
Τσιαμούρας Νικόλαος