Εστίαση. Ενστάσεις για το άνοιγμα αμέσως μετά το Πάσχα
Ο κύβος ερρίφθη και έξι μήνες μετά η εστίαση θα ανοίξει και τα εστιατόρια θα σερβίρουν και πάλι πελάτες στις 3 Μαΐου. Η επιτροπή των ειδικών έκανε την εισήγησή της και η κυβέρνηση την αποδέχθηκε. Και ενώ όλοι θα περίμεναν οι εστιάτορες να δεχθούν αυτήν την απόφαση με ικανοποίηση, εντούτοις το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει.
Πιστεύουν πως είναι μία βιαστική απόφαση η οποία δεν στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα και εκτός των άλλων θέτει σε κίνδυνο το μεγάλο στοίχημα της χώρας που είναι ο τουρισμός και μαζί με αυτόν και η εστίαση.
Επιχειρηματίες αντιτείνουν ότι η καλύτερη δυνατή λύση θα ήταν η εστίαση να επαναλειτουργήσει στις 10 Μαΐου, λίγες ημέρες πριν από την επίσημη έναρξη της τουριστικής περιόδου.
Τέσσερις είναι οι βασικές ενστάσεις που βάζουν στο τραπέζι οι εκπρόσωποι του κλάδου, όπως αυτοί εκφράζονται μέσα από τη ΓΣΕΒΕΕ και την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων (ΠΟΕΣΕ), αλλά και τοπικές φωνές:
Η πρώτη έχει να κάνει με το γεγονός ότι ενώ έχει ανακοινωθεί η ενίσχυση της εστίασης με το 7% του τζίρου του 2019, εντούτοις δεν έχει ανοίξει καν η πλατφόρμα για την υποβολή αιτήσεων, κάτι που σημαίνει ότι είναι τεχνικά αδύνατο να έχει δοθεί η ενίσχυση, ή έστω ένα μέρος αυτής έως την επομένη του Πάσχα. Οι ενημέρωση που υπάρχει πάντως είναι ότι θα ανοίξει μέσα στον Μάιο, άγνωστο όμως πότε.
Η δεύτερη ένσταση έχει να κάνει με το γεγονός η ημέρα ανοίγματος έρχεται μετά από 3ήμερη αργία, κάτι που σημαίνει ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο, οι επιχειρήσεις να έχουν ομαλό εφοδιασμό, ώστε να λειτουργήσουν χωρίς προβλήματα και να εξυπηρετήσουν την πελατεία τους.
Η 3η ένσταση έχει να κάνει με το ότι ανακοινώνεται η επαναλειτουργία των επιχειρήσεων σε μια περίοδο που τα επιδημιολογικά δεδομένα δεν έχουν βελτιωθεί.
Και η τελευταία είναι το θέμα το ωραρίου. Οι εκπρόσωποι του κλάδου θεωρούν ότι ακόμη και μετά τη διεύρυνση του ωραρίου στις 23:00 υπάρχει θέμα, αφού στην καλύτερη περίπτωση θα πρέπει να φύγει ο πελάτης στις 22:30 από το κατάστημα.
Οι επόμενες ημέρες θα είναι καθοριστικές, αφού όπως σημειώνουν άλλοι εκπρόσωποι του κλάδου, θα πρέπει να βρεθούν κοινά αποδεκτές λύσεις σε μία ευαίσθητη περίοδο.