Με πλήρη αγροτική ατζέντα η Παρασκευή στη Βουλή. 51 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ζητούν απαντήσεις από Βορίδη
Συζητείται το πρωί της Παρασκευής στη Βουλή η επίκαιρη επερώτηση 51 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ (μεταξύ τους και η Φρόσω Καρασαρλίδου) για τα αγροτικά θέματα, που κατέθεσε ο τομεάρχης Αγροτικής Ανάπτυξης του κόμματος, Σταύρος Αραχωβίτης, προς τον υπουργό Μάκη Βορίδη, στις 10 Δεκεμβρίου. Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της Επερώτησης:
«Ο αγροτικός τομέας της χώρας μας χρειάζεται σχέδιο και πολιτικές λύσεις, αλλά η αποτίμηση του κυβερνητικού έργου της Ν.Δ. στον πρωτογενή τομέα, ύστερα από πέντε μήνες διακυβέρνησης, δείχνει πρωτοφανή τελμάτωση, αδυνατώντας να δώσει ένα στοιχειώδες ορατό στίγμα στον αγροτικό κόσμο της χώρας μας. Έως σήμερα, πέρα από τις μεγαλόστομες υποσχέσεις, το μόνο ουσιαστικό επίτευγμα της κυβέρνησης της ΝΔ είναι η διεκπεραίωση όσων λύσεων δρομολόγησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Παρά τις περί αντιθέτου υποσχέσεις, προεκλογικές και μετεκλογικές, αποδεικνύεται ότι βρίσκεται σε πλήρη απραξία. Σε πλήρη αντίθεση με τις προεκλογικές εξαγγελίες της ΝΔ, το φορολογικό νομοσχέδιο δεν φέρνει κανένα ουσιαστικό όφελος για τους αγρότες. Αντίθετα επεφύλασσε και ένα νέο χαράτσι για όλα τα αλιευτικά σκάφη, που θα ισχύσει από 1.1.2020. Οι πενιχρές φοροελαφρύνσεις δεν αφορούν την συντριπτική πλειοψηφία τους. Η οριακή μείωση της φορολογίας αγγίζει (με βάση τα στοιχεία των εισοδημάτων από αγροτική δραστηριότητα με δικαίωμα μείωσης φόρου του φορολογικού έτους 2017) λιγότερο από το 10% των αγροτών. Για δε τους συνεταιρισμένους αγρότες, δεν υπάρχει ούτε μια πρόταση που να ενισχύει τη διακίνηση των προϊόντων και του εισοδήματος των μικρομεσαίων αγροτών, διαμέσου των συνεταιριστικών οργανώσεων.
Στο ασφαλιστικό, μετά από την αναστάτωση και την οργή που προκάλεσαν οι αρχικές δηλώσεις του Υπουργού Εργασίας, η Κυβέρνηση αναγκάστηκε σε άτακτη υποχώρηση και παραδοχή ότι ο νόμος Κατρούγκαλου οδηγούσε σε χαμηλότερο και λογικότερο ασφάλιστρο, το οποίο θα διατηρηθεί. Ερωτηματικό, ωστόσο, παραμένει ο ακριβής σχεδιασμός και ο υπολογισμός της σύνταξης του αγρότη.
Για δε το κόστος παραγωγής και τις εξαγγελίες της ΝΔ προς την κατεύθυνση της μείωσής του, τα έως σήμερα ήδη εφαρμοσμένα μέτρα της κυβέρνησης δείχνουν ακριβώς το αντίθετο, αφού με τις πρόσφατες αυξήσεις στην ηλεκτρική ενέργεια, εξανεμίστηκε ουσιαστικά η μείωση του αγροτικού τιμολογίου που έφερε η μείωση του ΦΠΑ από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο. Όπως φαίνεται ήδη από τον πρώτο προϋπολογισμό που κατέθεσε η κυβέρνηση της ΝΔ, η πρόσφατη υπόσχεση του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη για έκπτωση στο αγροτικό πετρέλαιο δεν τηρείται, και αντ’ αυτού βλέπουμε πρόβλεψη για σημαντική αύξηση των εσόδων από τον ΕΦΚ πετρελαίου.
Όσον αφορά στην Αγροτική Ανάπτυξη, στον προϋπολογισμό του 2020 περικόπτεται σχεδόν το 6% (62 εκατ. ευρώ) και μάλιστα από το αναπτυξιακό μέρος του προϋπολογισμού του Υπουργείου. Το δε γεγονός ότι βγαίνουν τα αποτελέσματα ένταξης σε ένα - ένα από τα μέτρα του ΠΑΑ που είχαν προκηρυχθεί από το 2018 και τις αρχές του 2019 (Μικρές εκμεταλλεύσεις, Σχέδια Βελτίωσης κλπ) είναι το απλό επιστέγασμα της δουλειάς που είχε ολοκληρωθεί ήδη από τον Ιούνιο.
Ακόμη, υλοποιείται μια στρεβλή πολιτική με την υπέρμετρη αύξηση της ισχύος φωτοβολταϊκών σε γη υψηλής παραγωγικότητας, που οδηγεί στην απώλεια της γης αυτής από την παραγωγική διαδικασία, που εντέλει αντιστρατεύεται την αγροτική ανάπτυξη. Δεν υπάρχει λοιπόν συγκεκριμένο σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση και αυτό αντικατοπτρίζεται στη μείωση του σχετικού προϋπολογισμού και στην καθυστέρηση στην πορεία του ΠΑΑ. Από τη σταθερή και συγκεκριμένη διαμορφωμένη θέση της χώρας μας πάνω στα σημαντικά και κρίσιμα ζητήματα της νέας ΚΑΠ, σήμερα η διαπραγματευτική πολιτική του Υπουργείου είναι ασαφής και εντελώς υποτονική. Όμως, από αυτήν τη διαπραγματευτική στάση εξαρτάται η βιωσιμότητα των μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων και η αγροτική ανάπτυξη στη χώρα μας και η άγνοια, η έλλειψη ετοιμότητας και πολιτικού σθένους μπορεί να αποβούν ολέθρια.
Αλλά και στις κλαδικές πολιτικές που χρειάζονται τούτη την ώρα, παρατηρείται μια χαρακτηριστική ολιγωρία. Για την ελιά και το ελαιόλαδο, τα σοβαρά προβλήματα της φετινής ελαιοκομικής περιόδου και η χαμηλή τιμή, φαίνεται ότι δεν κινητοποιούν την Πολιτική Ηγεσία του Υπουργείου. Παρά το γεγονός ότι ήδη από την Άνοιξη του 2019, έχει σταλεί προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετική υποστηρικτική στοιχειοθέτηση και αίτημα κατ’ εξαίρεση στήριξης του τομέα, κυριαρχεί κι εδώ η ίδια γενική απραξία που χαρακτηρίζει τη σημερινή ηγεσία. Παρόμοια εικόνα παρουσιάζουν και άλλα κρίσιμα προϊόντα, όπως το ροδάκινο και το βαμβάκι.
Στην κτηνοτροφία, τον τελευταίο καιρό παρατηρείται ανυπαρξία ελέγχων στην αγορά και τις ελληνοποιήσεις σε γάλα, τυριά (αλλά και σε άλλα προϊόντα). Μια κατάσταση που ασφαλώς θα ευνοήσει την ανάκαμψη των αθέμιτων πρακτικών από ορισμένους γαλακτοβιομήχανους και την επακόλουθη πίεση στις τιμές παραγωγού, που τώρα, χάρις στην επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στόχευση και ένταση των ελέγχων αλλά και τη θεσμοθέτηση αυστηρότερου κυρωτικού πλαισίου, ανακάμπτουν. Αν συνεχίσει αυτή η ύποπτη ολιγωρία, ο κλάδος της κτηνοτροφίας απειλείται με κατάρρευση. Ταυτόχρονα, εμείς οι βουλευτές της αντιπολίτευσης, καταθέσαμε τροπολογία που θα επίλυε ένα παλαιό πρόβλημα των κτηνοτρόφων και θα διευκόλυνε την κυβέρνηση η οποία, δυστυχώς, δεν έγινε αποδεκτή. Επίσης, η προσπάθεια που συστηματικά κατέβαλε η προηγούμενη πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για σύσταση διεπαγγελματικής Οργάνωσης στην Φέτα, δεν ολοκληρώνεται, ενώ αντίθετα καταργήθηκε και το σχετικό ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε τον Ιούνιο του 2019.
Αρνητικά είναι και τα δείγματα όσον αφορά στην ενεργοποίηση εναλλακτικών μορφών στήριξης που υπάρχουν διαθέσιμα, για αξιοποίηση στην κατεύθυνση της ενίσχυσης των παραγωγών μας. Με 60 περίπου εκατ. ευρώ για ενισχύσεις ήσσονος σημασίας deminimis να παραμένουν αναξιοποίητα, ενώ οι ανάγκες των αγροτών πληθαίνουν, την στιγμή που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στήριξε με περίπου 100 εκατ. ευρώ τους έλληνες παραγωγούς από τα οποία περίπου 50 εκατ.ευρώ για την κτηνοτροφία.
Έπειτα από την επαναφορά στην υπηρεσία 100 υπαλλήλων που είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα από τον κ. Μητσοτάκη, φροντίσαμε για τη στοιχειώδη στελέχωση του Υπουργείου με 180 νέους μόνιμους υπαλλήλους, η προκήρυξη των οποίων εκκρεμεί. Βέβαια το πιο ανησυχητικό είναι ότι δεν υπάρχει πρόβλεψη στον προϋπολογισμό του 2020 για την κάλυψη της δαπάνης τους. Ακόμη, ενώ είχε διασφαλιστεί η στελέχωση των Περιφερειών με 172 μόνιμους κτηνιάτρους, και αυτή η προκήρυξη αγνοείται. Εκτός εάν η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ θεωρεί ότι η Αφρικανική Πανώλη, οι ελληνοποιήσεις, η στήριξη των κτηνοτρόφων καλύπτεται με την πρόσληψη 50 κτηνιάτρων για έναν χρόνο, με αδιαφανείς διαδικασίες, εκτός ΑΣΕΠ.
Για δε την ασφάλιση των παραγωγών, αγνοείται η διαδικασία αλλαγής του κανονισμού που ξεκινήσαμε σαν κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, μέσω της ανάθεσης των απαραίτητων αναλογιστικών μελετών το 2018. Η σημερινή Πολιτική Ηγεσία πρέπει να εξηγήσει στον αγροτικό κόσμο γιατί επιχειρεί να ισοπεδώσει το δημόσιο, αλληλέγγυο αλλά και ταυτόχρονα κοινωνικά δίκαιο χαρακτήρα του Οργανισμού και να αφαιρέσει το δίκτυ ασφαλείας του κάθε παραγωγού. Πρέπει να δοθούν σαφείς απαντήσεις στους παραγωγούς για το πως η ξεπερασμένη λογική του «τα δίνω όλα στους ιδιώτες» στην περίπτωση της χώρας μας, δεν θα αποτελέσει κρίσιμο λόγο απώλειας της βιωσιμότητας στις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις λόγω αύξησης των ασφαλίστρων και απώλειας της ασφαλιστικής κάλυψης.
Η προετοιμασία της πρωτογενούς παραγωγής για την αντιμετώπιση και προσαρμογή στην κλιματική κρίση χρειάζεται μια εθνική στρατηγική που να βασίζεται στην έρευνα, και να συμπεριλαμβάνει πρωτίστως έναν σύγχρονο και όχι διαλυμένο ΕΛΓΑ.
Η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποίησε όλα τα διαθέσιμα εργαλεία προκειμένου να στηρίξει την τευτλοκαλλιέργεια στη χώρα μας. Έτσι, χορηγήθηκε αυξημένη συνδεδεμένη ενίσχυση, δόθηκαν έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις de minimis, εξοφλήθηκαν όλες οι παλιές οφειλές, ενώ παρεμβάσεις έγιναν και για τη στήριξη της ίδιας της Βιομηχανίας. Η λογική που επικρατεί σήμερα για τη στήριξη των παραγωγών, όπως εκφράστηκε από κυβερνητικά χείλη προς τους παραγωγούς, δημιουργεί βάσιμες αμφιβολίες για το κατά πόσο η κυβέρνηση της ΝΔ επιθυμεί τη συνέχιση της τευτλοκαλλιέργειας στην Ελλάδα και μια βιώσιμη λύση, τόσο για τους παραγωγούς όσο και για τη Βιομηχανία.
Διαπιστώνεται ακόμη η απουσία πολιτικών που να λαμβάνουν υπόψη τη νησιωτικότητα της χώρας μας, ενώ και για τη μελισσοκομία η αδράνεια δεν μπορεί να συνεχίσει ως δικαιολογία.
Ένα νέο ολοκληρωμένο πλαίσιο για την αλιεία είναι απόλυτης προτεραιότητας για τον εκσυγχρονισμό και τη δυνατότητα περαιτέρω ανάπτυξής του κλάδου, αλλά και την προστασία των αλιέων -ιδιαίτερα της μεγάλης πλειοψηφίας τους που είναι οι παράκτιοι αλιείς μας- αλλά παρόλα αυτά παρατηρείται όχι μόνο αδράνεια αλλά και ένα νέο χαράτσι για τα όλα τα αλιευτικά σκάφη, που θα ισχύσει από 1.1.2020.
Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση έως τώρα έχει αποτύχει στο να πάρει στοιχειώδη μέτρα αγροτικής πολιτικής, ενώ οι τελευταίες υπαναχωρήσεις και συνεχείς κυβιστήσεις, με τελευταία αυτή για το ασφαλιστικό των αγροτών, δείχνουν ξεκάθαρα τη μηδενική προτεραιότητα που δίνεται στον κλάδο από πλευράς κυβέρνησης, την απουσία σχεδίου εθνικής αγροτικής πολιτικής και την απαξίωση που εν τέλει επιδεικνύουν για την πρωτογενή παραγωγή, τον Έλληνα αγρότη και την αγροτική ανάπτυξη.
Ύστερα από τα παραπάνω ερωτάται ο κ. Υπουργός:
Ποια είναι η εθνική στρατηγική που έχει χαραχθεί για την νέα ΚΑΠ με έμφαση στη χρηματοδότηση της ΚΑΠ και στην εξωτερική σύγκλιση, με μέλημα τη στήριξη των μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων;
Πότε προβλέπεται να προκηρυχθούν τα νέα μέτρα του ΠΑΑ, τα οποία είχε ήδη σχεδιάσει η προηγούμενη κυβέρνηση;
Γιατί προβλέπεται μειωμένη χρηματοδότηση της Αγροτικής Ανάπτυξης;
Πότε θα δουν οι Έλληνες αγρότες τις ουσιαστικές φορολογικές και ασφαλιστικές ελαφρύνσεις που εξαγγείλατε;
Γιατί δε δίνονται κίνητρα για τους συνεταιρισμένους αγρότες της χώρας μας;
Προτίθεστε και αν ναι, πότε, να λάβετε μέτρα μείωσης του κόστους παραγωγής στα αγροτικά εφόδια, την ηλεκτρική ενέργεια και το αγροτικό πετρέλαιο;
Ποιες είναι οι πολιτικές που έχετε σχεδιάσει σε κρίσιμα και εμβληματικά προϊόντα και ιδιαίτερα στην ελιά και το λάδι, αλλά και το ροδάκινο και το βαμβάκι, και σε ποια συγκεκριμένα μέτρα προτίθεστε να προβείτε για τη στήριξη του εισοδήματος των παραγωγών που πλήττεται από τις χαμηλές τιμές;
Ποια είναι η στρατηγική σας για τη μελισσοκομία και την αλιεία και πότε θα αρχίσει να εφαρμόζεται;
Θα στελεχωθεί το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με μόνιμο προσωπικό μέσω ΑΣΕΠ και οι Περιφέρειες με κτηνιάτρους μέσω ΑΣΕΠ αντίστοιχα, ούτως ώστε να καταφέρουν να ανταποκριθούν στο τιτάνιο έργο τους και αν ναι πότε;
Πόσο θα συνεχίζεται η παρατηρούμενη πλημμελής λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών και δη, στον κρίσιμο για τους κτηνοτρόφους μας τομέα του γάλακτος και γαλακτοκομικών;
Γιατί παρά τα σχετικά αιτήματα δεν έχουν ενεργοποιηθεί οι διαθέσιμοι πόροι, όπως αυτοί των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας (deminimis) για την αποζημίωση μη καλυπτόμενων από τον ΕΛΓΑ ζημιών;
Εάν και που θα διοχετευθεί τελικά η φετινή τευτλοπαραγωγή, και τι θα συστήσετε στους τευτλοπαραγωγούς να σπείρουν την ερχόμενη άνοιξη;
Μπορείτε να διαβεβαιώσετε τους Έλληνες αγρότες ότι δεν θα αυξηθούν τα καταβαλλόμενα ασφάλιστρα της αγροτικής παραγωγής μέσω της εισόδου των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών και ότι θα στηρίξετε τον εκσυγχρονισμό του ΕΛΓΑ;
Ποιο είναι το σχέδιο αντιμετώπισης και τα συγκεκριμένα μέτρα που προτίθεται να λάβει η Κυβέρνηση για την Κλιματική Κρίση και πώς εμπλέκονται οι αρμόδιοι Οργανισμοί και Υπηρεσίες του Υπουργείου;