Πέντε χρόνια ‘ανοιχτή πληγή’ το ρώσικο εμπάργκο. Απόλυτη ανάγκη αναθεώρησης
Συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια από την επιβολή του ρωσικού εμπάργκο στις εισαγωγές φρέσκων φρούτων και λαχανικών της Ε.Ε., χωρίς να έχουν αποκατασταθεί οι ευρωπαϊκές εξαγωγές σε τρίτες χώρες στα επίπεδα πριν από το εμπάργκο της 7ης Αυγούστου 2014.
Τα μέτρα που έλαβαν η Ε.Ε. και τα 28 κράτη μέλη και ιδιαιτέρως η χώρα μας για να ανοίξουν νέες αγορές δεν κατάφεραν να αντισταθμίσουν τον χαμένο όγκο εξαγωγών νωπών οπωροκηπευτικών, που το 2013 για ολόκληρη την Ε.Ε. ήταν 2,4 εκατ. τόνους, αξίας 1,9 δις ευρώ, σε σύνολο εισαγωγών φρούτων και λαχανικών της Ρωσίας αξίας 7 δις ευρώ.
Το 2013, το έτος πριν από την έναρξη ισχύος του εμπάργκο, οι κύριοι προμηθευτές σε φρούτα και λαχανικά στη Ρωσία ήταν: Εκουαδόρ με 1.282 χιλιάδες τόνους, η Τουρκία με 1.157 χιλ. τόνοι , ακολουθούμενη από την Πολωνία με 977, την Κίνα με 655 , Ισπανία με 412, Μαρόκο 326, Ολλανδία 255, και Ελλάδα με 140 χιλιάδες τόνους (12% συνολικών εξαγωγών της χώρας μας).
Το 2018, οι εισαγωγές οπωροκηπευτικών ανήλθαν σε 5,9 δις ευρώ, και οι εξαγωγές της Ε.Ε. προς την Αμερική και την Ασία αυξήθηκαν, εντούτοις δεν αντισταθμίζουν τις απώλειες πωλήσεων στη Ρωσία τα πέντε χρόνια, με επιπτώσεις και στις μεσοσταθμικές τιμές που διαμορφώθηκαν στην Ε.Ε. από την απορρόφηση της υπερβολικής προσφοράς.
Η πορεία που ακολούθησαν μέχρι σήμερα οι εξαγωγές ενεργοποίησε τη χώρα μας και την Ε.Ε. προς την κατεύθυνση της αναθεώρησης-διόρθωσης των πολιτικών και προσανατολισμού των εξαγωγών μας. Ήδη έδωσε την ευκαιρία στη χώρα μας να στραφεί τόσο στις παραδοσιακές αγορές αλλά και σε νέες προκειμένου να υπάρξουν θετικές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις.
Παρόλα αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι η ρωσική αγορά παραμένει κορυφαία προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και χρειάζεται η επανεξέταση εκ μέρους της Ε.Ε. των επιβληθέντων μέτρων κατά της Ρωσίας, προκειμένου να αρθεί το εμπάργκο σε βάρος των κοινοτικών οπωροκηπευτικών στη Ρωσία.