Στέργιος Κουτσιώφτης: Καινοτομία και ποιότητα για την ανταγωνιστικότητα
Στο ζήτημα της υψηλής φορολογίας αναφέρεται ο Στέργιος Κουτσιώφτης, σε ρεπορτάζ της «Υπαίθρου Χώρας» με πρωτοπόρους του τομέα της βοοτροφίας, από τους οποίους αναζήτησε τους λόγους της φθίνουσας πορείας του κλάδου, καθώς και τους τρόπους βελτίωσης και ανάταξής του.
Ο «βοοτρόφος της κλασικής μουσικής» από τη Βέροια, μαζί με τον αδερφό του εξέλιξαν την οικογενειακή επιχείρηση σε πρότυπη μονάδα εκτροφής βοοειδών και παραγωγής υψηλής ποιότητας κρέατος. Η φάρμα τους έγινε γνωστή για τον πρωτότυπο τρόπο εκτροφής πάνω από 950 νεαρών μοσχαριών υπό τους ήχους κλασικής μουσικής, με ειδικό μείγμα τροφών πλούσιο σε Ω3, κατοχυρωμένο με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, προϊόν ερευνητικού προγράμματος του Εργαστηρίου Ζωοτεχνίας του Τμήματος της Κτηνιατρικής του ΑΠΘ, καθώς και για την παραγωγή εξαιρετικής ποιότητας μοσχαρίσιου κρέατος με την επωνυμία «Άρωμα».
«Η ενίσχυση που δίνεται από την Ε.Ε. και οι επιδοτήσεις, ώστε να υποστηριχθεί ο κλάδος και να ισορροπήσουν οι τιμές σε ένα επίπεδο, φορολογούνται. Θεωρώ, και από όσο γνωρίζω είναι κι αυτό μία ελληνική πατέντα, πως μόνο εδώ φορολογούνται οι ενισχύσεις και συν τοις άλλοις είναι μία δυσβάσταχτη φορολογία, η οποία επηρεάζει και τις ασφαλιστικές εισφορές» επισημαίνει ο Στέργιος Κουτσιώφτης. Παράλληλα αναφέρεται στον «γραφειοκρατικό κυκεώνα», όπως τον χαρακτηρίζει, σε ό,τι αφορά τη διαδικασία αδειοδοτήσεων και την παροχή κινήτρων για τους παραγωγούς.
Μεγάλης σημασίας για τον κ. Κουτσιώφτη είναι και η έλλειψη ελεγκτικού μηχανισμού.
«Γίνεται καταστρατήγηση σε πολλούς τομείς. Η παραγωγή εδώ στη Βέροια αφορά την ελληνική εκτροφή άνω των 5 μηνών, η γέννηση μοσχαριών στην Ελλάδα είναι πολύ μικρή, οπότε αναγκαζόμαστε να παίρνουμε μικρά ζώα από το εξωτερικό που και αυτό συνεισφέρει στην ελληνική οικονομία, από την άποψη ότι παίρνουμε ένα προϊόν το οποίο κάνει 600-800 ευρώ και του δίνουμε υπεραξία, γιατί όταν πουλιέται φτάνει τα 2.000-2.500 ευρώ. Αυτό πρέπει να ξεκαθαριστεί, να γίνουν έλεγχοι και να ξέρει ο καταναλωτής τι τρώει. Ως γνωστόν, το 80% των βόειων κρεάτων που καταναλώνεται στην Ελλάδα είναι εισαγόμενο, κι από την άλλη το 80% των καταναλωτών έχει την εντύπωση ότι τρώει ντόπιο. Είναι μία στρέβλωση, είναι μία παθογένεια…» δηλώνει.
Για την ανάταξη του κλάδου, και έχοντας ο ίδιος από πλευράς του κάνει βήματα για την καινοτομία των προϊόντων του, θεωρεί πως το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα ως χώρα είναι η ποιότητα.
«Λόγω και της γεωγραφικής και της γεωπολιτικής μας θέσης, η Ελλάδα δεν μπορεί να παραγάγει ένα φθηνό προϊόν και δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστική, ειδικά με τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, που μπήκαν στην Ε.Ε. Πρέπει να καινοτομήσουμε και να διαφοροποιηθούμε έτσι ώστε να είμαστε ανταγωνιστικοί στην ποιότητα, αλλά για να γίνει αυτό, το κράτος πρέπει να είναι αρωγός, να προβάλλεται και ταυτόχρονα να διαφυλάσσεται η κάθε καινοτομία», υπογραμμίζει. «Αν δεν σκύψει κάποιος πάνω από το κεφάλι του κάθε παραγωγού, ο οποίος θέλει να διαφοροποιηθεί και να βγάλει κάτι ποιοτικό, δεν πρόκειται να έχει αποτέλεσμα».